ΜΑΚΚΙΑ
Ο
όρος μακκία χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις διαπλάσεις
των αείφυλλων πλατύφυλλων θάμνων. Αυτοί οι θάμνοι αποτελούν
χαρακτηριστικό τύπο μεσογειακού οικοσυστήματος και δημιουργούν
πυκνές, συχνά αδιαπέραστες συστάδες, με ύψος συνήθως 1-2 μ.
Οι συστάδες αυτές δημιουργούνται στα χαμηλά και μέσα υψόμετρα,
σε υπόστρωμα κυρίως ασβεστολιθικό.
Τα
πιο χαρακτηριστικά φυτά της μακκίας βλάστησης είναι: η χαρουπιά
(Ceratonia siliqua), η κουμαριά (Arbutus
unedo), η γλιστροκουμαριά (Arbutus
andrachne), ο σχοίνος (Pistacia
lentiscus), η κοκκορεβιθιά (Pistacia
terebinthus), η ελιά (Olea
europaea), το πουρνάρι (Quercus
coccifera), το χρυσόξυλο (Cotinus
coggygria), το φυλλίκι (Phillyrea latifolia),
το δενδρώδες ρείκι (Erica arborea), η πικροδάφνη (Nerium
oleander) και πιο σπάνια, στις υγρές θέσεις συναντώνται
η μυρτιά (Myrtus communis), η κουτσουπιά (Cercis
siliquastrum) και η δάφνη του Απόλλωνα (Laurus nobilis).
Στην
ζώνη των αείφυλλων πλατύφυλλων δεν κυριαρχεί κάποιο είδος, αλλά
υπάρχει μείξη κατά άτομο ή κατά ομάδες των κυρίων ειδών. Ένα
άλλο σημαντικό είδος είναι η αριά (Quercus
ilex), η οποία βρίσκεται σε μείξη με τα άλλα φυτά είτε
κατ' άτομο στα φτωχότερα εδάφη είτε κατά συδενδρίες στις υγρότερες
θέσεις και τα πλουσιότερα εδάφη.
Παλαιότερα
η αριά υλοτομούνταν σε μεγάλο βαθμό μαζί με άλλους αείφυλλους
πλατύφυλλους θάμνους (πουρνάρια, κουμαριές, φυλλίκια κτλ.),
γιατί έδινε άριστης ποιότητας ξυλοκάρβουνα. Σήμερα η εκμετάλλευση
αυτή στην ευρύτερη περιοχή της Πάρνηθας έχει σταματήσει και
η ανάπτυξη της μακκίας βλάστησης θεωρείται πολύ καλή.